Οι ατομιστικές αντιλήψεις στη διάρκεια των μέσων χρόνων

Η θεωρία του Αριστοτέλη σχετικά με τα ελάχιστα σωματίδια αναπτύχθηκε από τον Άραβα φιλόσοφο Averroes (1126-1198).

Υπάρχει ένα κενό 5- 6 αιώνων μεταξύ του τελευταίου Έλληνα φιλόσοφου υποστηρικτή της απλούστερης θεωρίας (Simplicius) και του Averroes. Δεν είναι γνωστό πως εξελίχθηκε η θεωρία περί ατομισμού κατά την διάρκεια των αιώνων αυτών αλλά το γεγονός αυτό δεν προκάλεσε αξιόλογο κενό στην ιστορία του ατομισμού καθώς η θεωρία του Averroes συνδέεται στενά με αυτήν των απλούστερων μονιστικών θεωριών.

Από τα κείμενα του γίνεται φανερό ότι υποστηρίζει τη θεωρία των φυσικών ελαχίστων και με βάση αυτή προσπαθεί να εξηγήσει οποιοδήποτε φυσικό πρόβλημα. Πολλές από τις προτάσεις του αποτέλεσαν την αρχή της ανάπτυξης της θεωρίας των φυσικών ελάχιστων στη Δύση, οπού αρχίζει να εξοικειώνεται πλέον με τη θεωρία αυτή στις αρχές του 13ου αιώνα. Ο Averroes χαρακτηριστικά αναφέρει:

Όταν μετακινούμε ένα κομμάτι φωτιάς και η πράξη αύτη επαναλαμβάνεται συνεχώς, φτάνουμε σε ένα σημείο όπου η παραπέρα κατάτμηση θα οδηγήσει στο σβήσιμο της φωτιάς, διότι υπάρχει ένα καθορισμένο ελάχιστο φωτιάς.

Διακρίνει τη μαθηματική από τη φυσική διαίρεση όπως άλλωστε επιτάσσει η θεωρία των φυσικών ελαχίστων:

Μία γραμμή ως γραμμή μπορεί να διαιρείται απεριόριστα. Μία τέτοια όμως διαίρεση είναι αδύνατη εφόσον η γραμμή αυτή αποτελείται από ένα γήινο υλικό. Κάθε πράξη απαιτεί μία καθορισμένη ποσότητα. Είναι αδύνατο ένα υλικό να διαιρείται ή να αυξάνεται απεριόριστα, διότι αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή του.

Ο Averroes, επίσης, παραδέχεται όχι μόνο ένα ποσοτικό αλλά και ένα ποιοτικό ελάχιστο καθώς η κάθε πράξη είναι αποτέλεσμα της ύπαρξης ενός ποιοτικού και ποσοτικού ελαχίστου. Πρέπει να επισημάνουμε πως για τον Averroes το φυσικό ελάχιστο αποτελεί κάτι πολύ περισσότερο από ένα θεωρητικό περιορισμό της κατάτμησης των υλικών. Αποτελεί την φυσική πραγματικότητα.

Οι Νομιναλιστές (Nominaists) τροποποίησαν με ένα πολύ ενδιαφέροντα τρόπο τη θεωρία των φυσικών ελαχίστων. Ο Buridan στο έργο του, στο πρώτο μισό του 14ου αιώνα, αναφέρει:

Κάθε ουσία αποτελείται από μία μικρή ποσότητα η οποία δε διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτή η μικρή ποσότητα θα συνεχίσει να υπάρχει και να συμβάλλει στην δημιουργία της ύλης μέχρι την καταστροφή της.

Ο Albert of Saxony (1316-1390) συμπληρώνει τον Buridan ως εξής:

Σε ένα καθορισμένο περιβάλλον και σε ορισμένες συνθήκες μια ουσία μπορεί να υφίσταται μόνο πάνω από ένα ορισμένο ελάχιστο. Ωστόσο, αυτό το ελάχιστο εξαρτάται από το περιβάλλον και τις συνθήκες, οπότε μία ποσότητα μίας ουσίας μπορεί να είναι πολύ μικρή για να υπάρχει σε ένα περιβάλλον αλλά να είναι πολύ σταθερή σε αυτή την ποσότητα σε ένα άλλο. Δεν είναι σωστό, λοιπόν, να αναφερόμαστε σε ένα απόλυτο ελάχιστο χωρίς να καθορίζονται οι συνθήκες κάτω από τις οποίες υφίσταται.

Κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα ο Augustine Nifo (1453-1546) αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς διδάχθηκε και αναπτύχθηκε η θεωρία του Averroes ανάμεσα στους υποστηρικτές του.

O Nifo, στα κείμενα του, αναφέρει πως κάθε πράξη απαιτεί μία καθορισμένη ποσότητα. Η ύπαρξη κάθε υλικού προϋποθέτει μία συγκεκριμένη πράξη και μία συγκεκριμένη ποσότητα. Κανένα φυσικό υλικό δε δύναται να διαιρείται απεριόριστα.

Ο Julius Caesar Scaliger (1484-1558) υποστηρίζει την θεωρία του Αverroes για το φυσικά ελάχιστα καθώς παρατηρεί, σκεπτόμενος την βαθμιαία εσκαφή μίας πέτρας από σταγόνες νερού: Κάθε μικρό κομμάτι πέτρας (το οποίο κάθε φόρα απομακρύνεται) αποτελεί το ελάχιστο κομμάτι πέτρας και το πρώτο κομμάτι της σύστασης της.

Ο J. Scaliger προσπάθησε να εξηγήσει, με βάση αυτήν τη θεωρία, διάφορες φυσικές και χημικές ιδιότητες των σωμάτων όπως για παράδειγμα η πυκνότητα. Αν μεταξύ των φυσικών ελαχίστων ενός σώματος δεν υπάρχει αέρας τότε το σώμα χαρακτηρίζεται από υψηλή πυκνότητα, αν υπάρχει τότε το σώμα χαρακτηρίζεται από μικρή πυκνότητα. Επίσης, για την λεπτότητα και την τραχύτητα των σωμάτων παρατηρεί:

Ένα σώμα του οποίου το ελάχιστο είναι μικρό θα είναι λεπτό, ένα σώμα του οποίου τα ελάχιστα είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος θα είναι πιο τραχύ. Ωστόσο και στις δύο περιπτώσεις τα ελάχιστα μπορεί να βρίσκονται πολύ κοντά το ένα στο άλλο. Άρα η λεπτότητα και η τραχύτητα των σωμάτων δεν σχετίζεται με την πυκνότητα αλλά με την ομοιογένεια τους. Κάποιες ιδιότητες των σωμάτων οφείλονται στη φύση των φυσικών ελάχίστων ενώ κάποιες άλλες στον τρόπο που αυτά συνδέονται.

Τα φυσικά ελάχιστα των διαφόρων σωμάτων διαφέρουν ως προς το μέγεθός τους.

HTML5 Powered with CSS3 / Styling